Η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας έχει αποτελέσει μια από τις βασικότερες επιδιώξεις των ευρωπαϊκών οδηγιών και στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα βλέπουμε την αποκρυστάλλωση των νέων δεδομένων.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του συνδέσμου EURELECTRIC το κέρδος από την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού για τους καταναλωτές ανέρχεται στα 34 δισεκατομμύρια ετησίως. Το ζήτημα είναι πως θα αποτυπωθεί αυτό το κέρδος στη χώρα μας όπου οι καταναλωτές εξακολουθούν να παραλαμβάνουν «τσιμπημένους» λογαριασμούς.
Εκτιμά ότι με βάση τις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται στην Ευρώπη, τα θεμελιώδη του σχεδιασμού της αγοράς συνεχίζουν να παράγουν τα κατάλληλα επενδυτικά σήματα, αν και οι απαιτήσεις για νέες επενδύσεις σε συνδυασμό με την έλλειψη φυσικού αερίου οδηγούν σε ανάγκη για περαιτέρω εξέλιξη.
Στα πλαίσια αυτά, η θέση της Eurelectric είναι ότι η νέα αγορά ηλεκτρισμού χρειάζεται τρεις βασικούς πυλώνες: Πρώτον, ένα πλαίσιο συμβολαίων και συμμετοχής των καταναλωτών που θα τους μεταφέρει τα οφέλη από την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Δεύτερον, ένα πλαίσιο επενδύσεων που θα εξασφαλίζει τα κατάλληλα σήματα για τις τεχνολογίες χαμηλού άνθρακα και τρίτον, ένα πλαίσιο ασφάλειας εφοδιασμού που θα καλύπτει τις απαιτήσεις του συστήματος.
“Ένας προοδευτικός σχεδιασμός αγοράς θα πρέπει να επικεντρώνεται στις ανάγκες των καταναλωτών και να στηρίζει τις τεράστιες επενδύσεις που χρειάζονται για την ενεργειακή μετάβαση. Το νέο ενεργειακό σύστημα πρέπει να είναι κοστοστρεφές, αξιόπιστο και ικανό να διαχειρίζεται τη μεταβλητότητα των τιμών”, τονίζει σχετικά ο σύνδεσμος.
Ένα απαραίτητο στοιχείο της πρότασης είναι η επέκταση των μακροπρόθεσμων συμβολαίων και των εργαλείων αντασφάλισης προς τους καταναλωτές, τους προμηθευτές, τους εμπόρους και τους παραγωγούς. Για τους παραγωγούς μπορεί να παρέχει καθαρά μακροχρόνια επενδυτικά σήματα, ενώ για τους καταναλωτές ένα μείγμα μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων τιμολογιακών σημάτων μπορεί να περιορίσει τις επιπτώσεις των αιχμών στις τιμές.
Τα μακροπρόθεσμα εργαλεία μπορούν να έχουν διαφορετικές μορφές ανά χώρα, για αυτό και εκτιμάται ότι πρέπει να υπάρχει υψηλός βαθμός εναρμόνισης ώστε οι αγορές χονδρικής να προστατεύουν την κοινή αγορά και να επιτρέπουν τον ανταγωνισμό. Εντούτοις, στις αγορές λιανικής κρίνεται απαραίτητος ένας βαθμός ευελιξίας δεδομένων των διαφορετικών συνθηκών ανά χώρα.
Με βάση τα παραπάνω, η Eurelectric ζητά τα εξής:
– Εισαγωγή ενός πλαισίου με ρευστότητα για ποικίλα προϊόντα με διάρκεια έως 10-15 ετών.
– Απομάκρυνση εμποδίων για τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια.
– Καθορισμός κοινών μεθοδολογιών και ευθυνών για επέκταση του πλαισίου σχεδιασμού του συστήματος και στήριξη των ΑΠΕ και της ευελιξίας.